apostolis
Ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις
Οικογενειακή συστημική
Ως μεθοδολογία, η συστημική προσέγγιση εξετάζει τα φαινόμενα όχι μεμονωμένα, αλλά μέσα στο δυναμικό πλαίσιο στο οποίο ανήκουν. Βασική της θέση είναι ότι το «όλο» είναι διαφορετικό από το άθροισμα των μερών του. Η οικογένεια αποτελεί ένα ψυχοκοινωνικό σύστημα, που λειτουργεί με βάση τις γενικές αρχές της λειτουργίας των συστημάτων. Η παθολογία ενός ατόμου στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο δεν αποτελεί υπόθεση ατομική, αλλά αποτέλεσμα διεργασιών και αλληλεπιδράσεων του πλαισίου. Η συμπεριφορά ενός ατόμου θεωρείται απόρροια ζυμώσεων του συστήματος ή υποσυστήματος ή υπερσυστήματος με το οποίο αλληλεπιδρά. Επομένως, στην οικογενειακή θεραπεία, καταργείται η παγιωμένη αντίληψη της γραμμικής αιτιότητας (σχέση αιτίου-αποτελέσματος) και εδραιώνεται η έννοια της κυκλικότητας.
Χαρακτηριστικό της οικογένειας αποτελεί η ομοιόσταση. Ως σύστημα, μέσω της αυτορρύθμισης, έχει την τάση να διατηρεί την ομοιόστασή της, δηλαδή μια δυναμική κατάσταση σταθερότητας και ισορροπίας που αντιστέκεται στην αλλαγή. Αυτή επιτυγχάνεται μέσα από από τις διαδικασίες της θετικής και αρνητικής ανάδρασης (feedback). Στη θετική ενισχύεται η αλλαγή, ενώ στην αρνητική παρεμποδίζεται. Το οικογενειακό σύστημα οφείλει να είναι θετικό στην αλλαγή και να έχει ευέλικτα και καθορισμένα όρια. Η προβληματική συμπεριφορά ενός ατόμου μέσα στην οικογένεια σηματοδοτεί ότι το πρόβλημα ανήκει στο πλαίσιο και είναι αναγκαία για τη διατήρηση της ομοιόστασής της. Ταυτόχρονα, το σύμπτωμα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι η αλλαγή αποτελεί αναγκαιότητα στο στατικό δυσλειτουργικό οικογενειακό σύστημα.
Με βάση τον κύκλο ζωής της και τα διαφορετικά στάδια ανάπτυξής της, καθίσταται αναγκαίο να προσαρμοστεί και να αναδομηθεί, να υποστηρίξει τα μέλη της, να τα ενθαρρύνει στην ανάπτυξή τους, χωρίς ωστόσο να χάσει τη συνέχειά της. Όταν οι αλλαγές είναι μεγάλες και η οικογένεια δε διαθέτει ευελιξία στη δομή της και στρεσάρεται, μπορεί να εμφανίσει «σύμπτωμα». Αυτό μπορεί να εκληφθεί ως μηχανισμός ομοιόστασης, ο οποίος διατηρεί αμετάβλητο το σύστημα στο παρόν και συντηρείται απ’ αυτό. Αποτελεί δηλαδή έκφραση οικογενειακής δυσλειτουργίας ή εμφανίζεται λόγω ιδιαίτερων περιστάσεων της παρελθοντικής ζωής του ατόμου, που στη συνέχεια υποστηρίχτηκε από το σύστημα. Συνήθως εμφανίζεται στο πιο αδύναμο μέλος (παιδί) στο οποίο η οικογένεια κολλά την ταμπέλα του ασθενή. Ο «υποδεικνυόμενος» ασθενής είναι αυτός που οδηγείται σε θεραπεία.
Ο θεραπευτής ενδιαφέρεται για το πώς αλληλεπιδρούν τα μέλη του συστήματος μέσα από την ιεραρχία, τα όρια, τη συμπληρωματικότητα, τα υποσυστήματα, τους συνασπισμούς, τα πρότυπα συναλλαγής τους. Στόχος της παρέμβασής του είναι η προσαρμογή του στο «εδώ και το τώρα» του οικογενειακού συστήματος. Συνδέεται μ’ αυτό και χρησιμοποιεί τεχικές, όπως της σύμπραξης και της αναδόμησης. Με τον τρόπο αυτό εντοπίζει τα στοιχεία δυσλειτουργικότητάς του, ως απόρροια παγιωμένων παρελθοντικών προτύπων συναλλαγής. και προβαίνει στο μετασχηματισμό και στην αναδόμησή του, ώστε να το καταστήσει πιο λειτουργικό. Δεν αναλώνεται με το παρελθόν των ατόμων. Χαρακτηριστικές τεχνικές : γενεόγραμμα, κυκλικές ερωτήσεις, θετική αναπλαισίωση, συστημική αναπαράσταση, ερώτηση θαύματος, αναζήτηση εξαιρέσεων, νορμαλοποίηση, ποσοτική κλίμακα αξιολόγησης, ενεργητική ακρόαση, αφήγηση, παράδοξο κ.λ.π. Σημαντικοί εκπρόσωποι της Οικογενειακής Θεραπείας είναι ο Salvador Minuchin, η Virginia Satir, o Murray Bowen, o Steve de Shazer κ.α.
Γνωστική - Συμπεριφορική
Βασική αρχή του συμπεριφορισμού αποτελεί ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι προϊόν περιβαλλοντικής μάθησης. Η συμπεριφορά μπορεί να παρατηρηθεί και να μελετηθεί. Βασίζεται στις θεωρητικές αρχές της συντελεστικής μάθησης (Skinner), στις αρχές της κλασικής εξαρτημένης μάθησης (Pavlov, Watson) και της κοινωνικής μάθησης (Bandura). Σύμφωνα με τις αρχές της συντελεστικής μάθησης, η θετική ή η αρνητική συμπεριφορά ενισχύεται προσθέτοντας ένα ερέθισμα θετικό ή αρνητικό αντίστοιχα. Όσον αφορά στην κλασική εξαρτημένη μάθηση, ουδέτερα και ανεξάρτητα ερεθίσματα, όταν συνδεθούν χρονικά κατ’ επανάληψη, τότε το άτομο εκδηλώνει μια εξαρτημένη απάντηση. Στην περίπτωση της κοινωνικής μάθησης, η συμπεριφορά προκύπτει μέσω της παρατήρησης και της συνεχούς αλληλεπίδρασης του ατόμου με το περιβάλλον του. Επομένως, για το συμπεριφορισμό η εκδήλωση ψυχοπαθολογίας συνδέεται άρρηκτα με την ανεπαρκή μάθηση και προβληματικές συμπεριφορές οι οποίες δύνανται να τροποποιηθούν. Ο θεραπευτής με τις κατάλληλες τεχνικές βοηθά το θεραπευόμενο να εντοπίσει τις δυσλειτουργικές συμπεριφορές του που μπορούν να επιφέρουν δυσφορία στον ίδιο και στους άλλους και να τις αλλάξει. Ενδεικτικές τεχνικές αποτελούν: ο έλεγχος του ερεθίσματος, η αυτοπαρατήρηση, η αυτοενίσχυση, η εκμάθηση εναλλακτικών συμπεριφορών, η σταδιακή έκθεση στο ερέθισμα, η μίμηση προτύπου κ.α.
Στο γνωστικό μοντέλο, ο καθορισμός της συμπεριφοράς ενός ατόμου είναι απόρροια της σκέψης, η οποία με τη σειρά της είναι άμεσα συνυφασμένη με τα συναισθήματά του. Ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο ερμηνεύει τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα καθορίζει τις συναισθηματικές αλλά και συμπεριφορικές του αντιδράσεις. Θεμελιωτές της προσέγγισης ήταν ο Aaron Beck και ο Αlbert Ellis. Η γνωσιακή θεραπεία βασίζεται στον εντοπισμό των γνωσιών του ατόμου, στη γνωσιακή τους αναδόμηση, στην εκμάθηση στρατηγικών επίλυσης προβλημάτων και στην αντιμετώπιση δυσχερών καταστάσεων. Ο ρόλος του θεραπευτή στη γνωστική θεραπεία είναι κυρίως εκπαιδευτικός. Διατυπώνει ερωτήσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην επιδεινώσουν τα αισθήματα ανεπάρκειας και αδυναμίας που διακατέχουν το θεραπευόμενο. Προσπαθεί να διατηρήσει μαζί του μια υγιή θεραπευτική συμμαχία, με στόχο τη μείωση και ανακούφιση του τελευταίου από τα συμπτώματα. Παράλληλα, τον βοηθά να εξοικειωθεί με το συγκεκριμένο μοντέλο, να έχει πιο ισορροπημένη σχέση με τον εαυτό του, τους άλλους και το μέλλον, να αντλεί ευχαρίστηση από τις δραστηριότητές του και να επιλύει προβλήματα της καθημερινότητας. Τέλος, καθορίζει την ατζέντα των θεμάτων που θα συζητηθούν σε κάθε συνεδρία. Κύριες τεχνικές αποτελούν ο εντοπισμός των γνωσιακών λαθών, η τροποποίηση των δυσλειτουργικών νοητικών κατασκευών και η γνωσιακή αναδόμηση, η σωκρατική διαλεκτική και μαιευτική, το σενάριο των χειρότερων συνεπειών, τα ημερολόγια καταγραφής, η έκθεση σε στρεσογόνα ερεθίσματα, το παιχνίδι ρόλων, η στρατηγική επίλυσης προβλημάτων κ.α.
Και οι 2 αυτές θεραπευτικές προσεγγίσεις εστιάζουν στο παρόν του θεραπευόμενου, στο «εδώ και τώρα», είναι βραχείας διάρκειας, προκειμένου ο τελευταίος να μειώσει τα επίπεδα δυσφορίας του και να γίνει πιο λειτουργικός στην καθημερινότητά του, Πληθώρα μελετών κατέδειξε την αποτελεσματικότητα της Γνωστικής- Συμπεριφορικής θεραπείας με χορήγηση ή μη φαρμακευτικής αγωγής σε διαταραχές όπως: σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή, κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, ιδεοψυχαναγκασμοί, διαταραχές πρόσληψης τροφής, κατάχρηση ουσιών, αϋπνία κ.λ.π.
Ψυχαναλυτική-Ψυχοδυναμική
Θεμελιωτής της Ψυχαναλυτικής θεωρίας υπήρξε ο Sigmund Freud. Βασίστηκε στην παρατήρηση μέσω της κλινικής πράξης. Εφάρμοσε τη θεραπεία μέσω συζήτησης με τους ασθενείς του. Διατύπωσε τη «θεωρία των ενορμήσεων» και τη «θεωρία των ενστίκτων». Τα στάδια της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης από τη γέννηση του ατόμου ως την ενηλικίωσή του (στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό, λανθάνουσα περίοδος και γενετήσιο) είναι άμεσα συνυφασμένα με την προσωπικότητα του ατόμου. Σε κάθε στάδιο προκύπτουν ανάγκες, οι οποίες αν δεν ικανοποιηθούν, δυσχεραίνουν τη μετάβαση στο επόμενο στάδιο, οδηγούν σε ανεπίλυτες συγκρούσεις και δημιουργούν συμπλέγματα στην προσωπικότητα του ατόμου και το επηρεάζουν στη διάρκεια της ενήλικης ζωής του. Το «ψυχικό όργανο» διακρίνεται στο ασυνείδητο, στο προσυνειδητό και στο συνειδητό και δομείται από το εκείνο/id (βιολογικές επιθυμίες), το εγώ (νοητικές διεργασίες) και το υπερεγώ (ηθική συνείδηση, ιδανικό εγώ). Το εγώ λειτουργεί ως εξισορροπιστής ανάμεσα στο εκείνο και στο υπερεγώ. Γι’ αυτό αναπτύσσει μηχανισμούς άμυνας θετικούς και αρνητικούς(π.χ. αλτρουισμός, χιούμορ, άρνηση, απώθηση, μετάθεση, εξιδανίκευση, προβολή, παλινδρόμηση, εκλογίκευση, μετουσίωση).
Επομένως, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το άτομο στην καθημερινότητά του αποτελούν απόρροια από παρελθούσες εμπειρίες. Οι ψυχαναλυτικοί θεραπευτές υποστηρίζουν ότι, λόγω αυτών, οδηγείται σε επαναλαμβανόμενα δυσλειτουργικά μοτίβα συμπεριφοράς που πιστεύει ότι δεν μπορεί να ελέγξει. Για την επερχόμενη αλλαγή είναι απαραίτητη η επίγνωση εσωτερικών κινήτρων και ενορμήσεων που πραγματοποιείται με την μεταβολή των ασυνείδητων μνημών σε συνειδητές. Αυτό γίνεται με την τεχνική του ελεύθερου συνειρμού, την ερμηνεία των ονείρων κ.α.
Ανθρωποκεντρική
Θεμελιωτής της ανθρωποκεντρικής προσέγγισης υπήρξε ο Carl Rogers. Πίστευε ότι το άτομο μπορεί ν’ αξιοποιήσει τα θετικά του στοιχεία και να οδεύσει προς την αυτοπραγμάτωση, που αποτελεί εγγενής τάση του. Οι εμπειρίες του το οδηγούν στην αυτεπίγνωσή του και του κόσμου. Η ψυχοπαθολογία προκύπτει από την αδυναμία του να μάθει μέσω των εμπειριών του από την ανατροφοδότηση. Αντίθετα, όταν ο «οργανισμός», δηλαδή το πλήθος των εμπειριών του ατόμου έρχεται σε συμφωνία με την αυτοαντίληψη του ατόμου, τότε το τελευταίο διέπεται από ισορροπία, ωριμάζει και είναι λειτουργικό. Άλλωστε, κάθε άτομο νιώθει την ανάγκη να γίνεται αποδεκτό από τους άλλους αλλά και από τον εαυτό του. Σημαντικό ρόλο στη σχολή αυτή διαδραματίζει και η θεραπευτική σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου, η οποία βασίζεται στις αρχές της ενσυναίσθησης, της άνευ όρων αποδοχής, της γνησιότητας, της μη επικριτικής συμπεριφοράς. Στόχος της θεραπείας αποτελεί το να γίνει ο θεραπευόμενος πιο ανοιχτός σε νέες εμπειρίες.
Υπαρξιστική
Βασίστηκε στις αρχές της φιλοσοφικής αντίληψης για τη ζωή και δίνει έμφαση στην προσωπική ανάπτυξη. Ο Yrvin Yalom επισημαίνει 4 «απόλυτες ανησυχίες», όπως ο θάνατος, η απομόνωση, η ελευθερία, η απουσία νοήματος. Ο θάνατος αποτελεί για το άτομο τη βασικότερη πηγή φόβου και τη σημαντικότερη αιτία εμφάνισης της ψυχοπαθολογίας. Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε μόνοι. Από την άλλη πλευρά, η ελευθερία οδηγεί στην υπευθυνότητα. Στόχος αποτελεί η αναζήτηση πραγματικού νοήματος στη ζωή του θεραπευόμενου, η ανάληψη της ατομικής ευθύνης, που οδηγούν στον εκ νέου αυτοπροσδιορισμό του, των αξιών του και των σχέσεων με τους άλλους γύρω του.
Gestalt
Η θεραπευτική αυτή προσέγγιση, με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον Friedrich Perls, διαθέτει στοιχεία τόσο της ανθρωπιστικής, όσο και της υπαρξιακής προσέγγισης. Οι άνθρωποι είναι φύσει καλοί κι αυτή η ιδιότητα χρειάζεται να εκφραστεί. Διαφορετικά προκύπτουν προβλήματα, αν το άτομο προβεί στην άρνηση ή τη ματαίωσή της. Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς τις καταστάσεις καθορίζεται από τις ατομικές του ανάγκες. Στόχος της θεραπείας, η κατανόηση, η αποδοχή των αναγκών, επιθυμιών και φόβων και η συνειδητοποίηση των τρόπων που τις παρεμποδίζουν. Χρησιμοποιεί τεχνικές της αντιπαράθεσης, προκειμένου να ενισχυθεί η αυτοπαρατήρηση και η αυτορρύθμιση του ατόμου, ώστε να αποκτήσει αυτεπίγνωση. Αυτές είναι τόσο βιωματικές, όσο και λεκτικές. Η γλώσσα ως επικοινωνιακό μέσο διαδραματίζει σημαντικό όλο. Χαρακτηριστικές τεχνικές αυτή της άδειας καρέκλας και της αντιστροφής.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Βοσνιάδου, Σ. (2011). Εισαγωγή στην Ψυχολογία. Αθήνα: Gutenberg.
Καλαντζή-Αζίζι, Α., & Ευθυμίου, Κ. (2010). Εισαγωγή στη γνωσιακή και συμπεριφοριστική θεραπεία : Τεχνικές και εφαρμογές. Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα.
Μάνος, Ν. (2008). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Αθήνα: University Studio Press.
Παπαδιώτη - Αθανασίου, Β. (2000). Οικογένεια και όρια : Συστημική προσέγγιση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Παπαδιώτη-Αθανασίου, Β., & Σόφτα-Nall, Λ. (2006).Οικογενειακή-συστημική θεραπεία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Σίμος, Γ. (2010). Γνωστική Συμπεριφορική θεραπεία : ένας οδηγός για την κλινική πράξη. Αθήνα : Πατάκης.
Bennett, P. (2010). Κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία. Αθήνα : Πεδίο.
Flanagan, J. S, & Flanagan R. S. (2004). Councelling and psychotherapy theories in context & practice. Wiley & sons.
Goldenberg, I., & Goldenberg H. (2005). Οικογενειακή θεραπεία : Μια επισκόπηση. Αθήνα : Έλλην.
Hersen, M., & Sledge, W. (2002). Encyclopedia of Psychotherapy. Academic Press.
Kring, Α., Davison, G., Neale, J., & Johnson, S. (2007). Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg.
McLeod, J. (2003). An introduction to counselling (3rd ed). Open University Press.
Minuchin, S. (2000). Οικογένειες και οικογενειακή θεραπεία. Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Minuchin, S., & Fishman, H.C. (2007). Τεχνικές οικογενειακής θεραπείας. Αθήνα: Ερευνητές.
Von Schlippe, A., & Schweitzer, J. (2008). Εγχειρίδιο συστημικής θεραπείας και συμβουλευτικής. Θεσσαλονίκη : University Studio Press.